| ]

Για να μη νομίσετε ότι η όλη σύλληψη του σεναρίου της ταινίας MATRIX ήταν αποκλειστική ιδέα των σύγχρονων ξένων σεναριογράφων (των αδερφών Γουατσόφσκι), αξίζει να πούμε ότι όλα αυτά τα είχε αναφέρει ο Πλάτωνας στους διαλόγους του 2500 χρόνια πριν. Διαβάστε τις 2 ενότητες και δείτε το βίντεο που συγκρίνει τη Σπηλιά  του Πλάτωνα με το MATRIX.  >>>>


1. Η Σπηλιά του Πλάτωνα
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Λοιπόν, είπα, ύστερ’ απ’ αυτά, παρομοίασε με μια εικόνα σαν κι αυτή την ανθρώπινη φύση αναφορικά με την παιδεία και την απαιδευσία. Φαντάσου δηλαδή ανθρώπους σε υπόγειο οίκημα με μορφή σπηλιάς, που έχει την είσοδό του ανοιχτή προς το φως της μέρας, που το μάκρος της πιάνει πέρα πέρα όλη τη πρόσοψη της σπηλιάς και να βρίσκονται εκεί από την παιδική τους ηλικία αλυσοδεμένοι και στα σκέλη και στον αυχένα, ώστε να μένουν με το σώμα τους ακίνητο, έτσι που να μην βλέπουν παρά μόνο ό,τι είναι μπροστά τους, ενώ δεν έχουν την δυνατότητα, εξαιτίας της αλυσίδας, να περιφέρουν ολόγυρα το κεφάλι τους. Και πίσω τους, σε αρκετή απόσταση, σ’ επίπεδο ψηλότερο απ’ αυτούς ν’ ανάβει φως από φωτιά και στο ενδιάμεσο, ανάμεσα στη φωτιά και τους δεσμώτες, δρόμος ανηφορικός και παράλληλα μ’ αυτόν να’ ναι χτισμένος μαντρότοιχος, να, σαν τα χαμηλά διαφράγματα που τοποθετούν οι ταχυδακτυλουργοί μπροστά στους θεατές, πάνω απ’ τα οποία δείχνουν τα ταχυδακτυλουργικά τους.

ΓΛΑΥΚΩΝ: Βλέπω, είπε ο Γλαύκων.

ΣΩ. Βλέπε λοιπόν ανθρώπους να κουβαλούν, παράλληλα με αυτόν τον μαντρότοιχο, σκεύη κάθε λογής, υψωμένα πάνω απ’ τον μαντρότοιχο, και ανδριάντες και άλλα ομοιώματα ανθρώπων και ζώων, λίθινα και ξύλινα, φιλοτεχνημένα με κάθε τρόπο κι όπως θα περίμενε κανείς, άλλους απ’ τους διερχόμενους αχθοφόρους να μιλούν, άλλους να σιωπούν.

ΓΛ. Παράξενη εικόνα περιγράφεις, είπε, και παράξενους δεσμώτες.

ΣΩ. Ολόιδιους με μας, αποκρίθηκα γιατί πιστεύεις ότι άνθρωποι σε τέτοια κατάσταση πρώτα πρώτα θα έχουν δει τίποτ’ άλλο εκτός απ’ τις σκιές του εαυτού τους και των συνδεσμωτών τους, που τις σχηματίζει η λάμψη της φωτιάς στον απέναντι απ’ αυτούς τοίχο της σπηλιάς;

ΓΛ. Μα γίνεται να δουν τίποτ’ άλλο, είπε, εφόσον είναι αναγκασμένοι να έχουν το κεφάλι τους ακίνητο σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους;

ΣΩ. Και τι θα ‘χουν δει απ’ εκείνους τους διερχόμενους αχθοφόρους; τίποτ’ άλλο, εκτός απ’ τις σκιές τους;

ΓΛ. Μόνο αυτές, βέβαια.

ΣΩ. Λοιπόν, αν είχαν τη δυνατότητα να κουβεντιάζουν μεταξύ τους, δεν έχεις τη γνώμη ότι θα νόμιζαν πως οι σκιές που βλέπουν είναι πραγματικά αντικείμενα;

ΓΛ. Οπωσδήποτε.

ΣΩ. Και τι νομίζεις, αν απ’ τα βάθη του δεσμωτηρίου η ηχώ αναμετέδιδε τις φωνές, κάθε φορά που κάποιος απ’ τους διερχόμενους θα μιλούσε, πιστεύεις ότι θα φαντάζονταν ότι κάτι άλλο βγάζει φωνή και όχι οι σκιές των διερχόμενων;

ΓΛ. Μα τον Δία, όσο για μένα, τίποτ’ άλλο.

ΣΩ. Λοιπόν, είπα, άνθρωποι σε αυτή την κατάσταση θα πίστευαν ως πραγματικό μόνο τις σκιές των αντικειμένων που εμφανίζονται και τίποτ’ άλλο;

ΓΛ. Σίγουρα, μόνο τις σκιές.


ΣΩ. Σκέψου λοιπόν, είπα, τι λογής θα μπορούσε να είναι η απολύτρωση και η γιατρειά τους απ’ τα δεσμά και την άγνοιά τους, αν με φυσική ακολουθία συνέβαιναν πράματα σαν και τούτα: κάθε φορά που κάποιος θα λυνόταν απ’ τα δεσμά του και θα ‘νιωθε ξαφνικά την ανάγκη να σηκωθεί όρθιος και να περιστρέφει τον αυχένα του και να βαδίζει και να υψώνει το βλέμμα του προς το φως, και κάνοντας αυτές τις κινήσεις θα ‘νιωθε πόνο και, θαμπωμένος απ’ τον φως, θ’ αδυνατούσε να αντικρίζει εκείνα που προηγουμένως έβλεπε τις σκιές τους λοιπόν, τι κατά τη γνώμη σου θ’ απαντούσε αυτός, αν κάποιος του έλεγε ότι εκείνα που έβλεπε τότε ήταν ανοησίες, τώρα όμως βλέπει κάτι που βρίσκεται κάπως πιο κοντά στην αλήθεια και το βλέμμα του έχει στραφεί σε πράγματα πιο αληθινά – βλέπει λοιπόν πιο σωστά; Και βέβαια, αν δείχνοντάς του ξεχωριστά, ένα προς ένα, αυτά που περνούν μπροστά του, τον ανάγκαζε να απαντήσει στις ερωτήσεις του, τι να ‘ναι αυτά, τι θ’ αποκρινόταν; δεν πιστεύεις ότι θα τα ‘χε χαμένα και θα θεωρούσε ότι βρίσκονται πιο κοντά στην αλήθεια τα όσα έβλεπε τότε απ’ αυτά που του δείχνουν τώρα;

ΓΛ. Θ’ αποκρινόταν, είπε, ότι ναι, εκείνα βρίσκονται πολύ πιο κοντά στην αλήθεια.

ΣΩ. Λοιπόν, κι αν τον υποχρέωνε να στρέψει το βλέμμα του προς το ίδιο το φως, δε θα ‘νιωθε πονόματο και δε θα προσπαθούσε να τα’ αποφύγει, στρέφοντας το βλέμμα του προς εκείνο που χωρίς δυσκολίες αντικρίζει και δε θα νόμιζε ότι τωόντι είναι πιο ξεκάθαρα απ’ αυτά που του δείχνουν;

ΓΛ. Ναι, αυτό θα νόμιζε, είπε.

ΣΩ. Κι αν, είπα, κάποιος τον έσερνε βίαια απ’ τη σπηλιά μέσ’ απ’ την τραχιά και απότομη ανάβαση, και δεν τον άφηνε πριν τον σύρει έξω, στο φως του ήλιου, άραγε δε θα ‘ταν μαρτύριο γι’ αυτόν και δε θ΄ αγαναχτούσε που τον σέρνουν μ’ αυτό τον τρόπο; και, όταν θα ‘φτανε στο φως, έχοντας τα μάτια πλημμυρισμένα απ’ τη λάμψη του ήλιου, θα μπορούσε να βλέπει τίποτε, έστω κι ένα, απ’ αυτά που τώρα λέγονται αληθινά;


ΓΛ. Αποκλείεται έτσι ξαφνικά.

ΣΩ. Αν όμως είχε σκοπό να δει όσα βρίσκονται εκεί ψηλά, θα έπρεπε να εξοικειωθεί έτσι, θα ‘βλεπε στην αρχή πιο εύκολα τις σκιές, κι ύστερ’ απ’ αυτές τα είδωλα και τωνανθρώπων και των αντικειμένων, όπως αντικατοπτρίζονται μες στο νερό, κι ύστερα τα’ αντικείμενα αυτά καθαυτά κατόπι θα ύψωνε τη ματιά του και θ’ αντίκριζε ευκολότερα, τη νύχτα, τα όσα βρίσκονται στον ουρανό και το ίδιο το στερέωμα τ’ ουρανού, αντικρίζοντας το φως των άστρων και της σελήνης ευκολότερα απ’ ό,τι τη μέρα τον ήλιο και το φως του ήλιου.

ΓΛ. Οπωσδήποτε.

ΣΩ. Και τέλος- τέλος, πιστεύω, τον ήλιο, όχι μες στα νερά ούτε το είδωλό του, όπως αντανακλάται από άλλη θέση, αλλά θα μπορούσε να τον αντικρίσει αυτόν καθαυτόν στη φυσική του θέση, και να παρατηρήσει πως είναι.

ΓΛ. Αυτό επιβάλλει η ανάγκη, είπε.

ΣΩ. Και κατόπι θα κατέληγε πια στο συμπέρασμα ότι αυτός είναι που κάνει τις εποχές και τα έτη και που εποπτεύει όλα όσα βρίσκονται στο πεδίο της όρασής μας.
Και κατά κάποιο τρόπο είναι αίτιος για όλα όσα εκείνοι έβλεπαν στη σπηλιά.

ΓΛ. Είναι φανερό ότι σ’ αυτό το συμπέρασμα θα κατέληγε ύστερ’ απ’ τα παραπάνω.

ΣΩ. Τί λοιπόν; δεν πιστεύεις ότι αυτός, ανακαλώντας στη μνήμη του την πρώτη κατοικία του και τη γνώση, που είχαν εκεί αυτός και οι συγκρατούμενοί του εκείνο τον καιρό, θα μακάριζε τον εαυτό του για την αλλαγή και θα ‘νιωθε οίκτο για τους άλλους;

ΓΛ. Και με το παραπάνω.

ΣΩ. Και νομίζεις ότι, για τις τιμητικές διακρίσεις και για τους επαίνους που απένειμαν αναμεταξύ τους οι δεσμώτες και για τις αμοιβές εκείνου που διέκρινε με μοναδική οξυδέρκεια τις σκιές των όσων περνούσαν μπροστά τους και συγκρατούσε καλύτερα την κανονικότητα με την οποία οι σκιές εμφανίζονταν πρώτες ή τελευταίες ή σύγχρονα με τις άλλες, ώστε αξιοποιώντας αυτή την ικανότητά του να βρισκόνταν σε προνομιακότερη θέση να κάνει προβλέψεις, ποια σκιά θα παρουσιαζόταν σε μια ορισμένη στιγμή – τι λες; Θα ένιωθε λαχτάρα γι’ αυτά και θα ζήλευε τους συνδεσμώτες του που έπαιρναν τιμές κι είχαν επιρροή ανάμεσά τους ή θα βρίσκονταν στην κατάσταση που λέει ο Όμηρος ότι βρέθηκε ο Αχιλλέας και θα επιθυμούσε μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής του:Κάλλιο στη γης να ξενοδούλευα ξωμάχος, ρογιασμένος σ’ αφέντη που ‘χασε τον κλήρο του κι είναι το βιός του λίγο και να ξεπέσει σ’ οποιονδήποτε άλλη κατάσταση, παρά να πιστεύει εκείνα και να ζει μια τέτοια ζωή.
ΓΛ. Κι εγώ αυτό πιστεύω, είπε θα προτιμούσε να ξεπέσει σ’ οποιαδήποτε κατάσταση παρά να ζει μ’ εκείνο τον τρόπο.


ΣΩ. Και κάνε και την εξής υπόθεση, του είπα. Αν ένας τέτοιος άνθρωπος κατέβαινε ξανά εκεί κάτω και έπαιρνε την προηγούμενη θέση του, άραγε δε θα τύλιγε τα μάτια του πυκνό σκοτάδι, έτσι που ξαφνικά γύρισε απ’ τον ήλιο;

ΓΛ. Σίγουρα, είπε.

ΣΩ. Κι αν υποχρεωθεί λοιπόν αυτός ο άνθρωπος να λέει τη γνώμη του για κείνες τις σκιές που διαβαίνουν και να διαγωνιστεί μ’ εκείνους που δεν έπαυσαν ποτέ να είναι δεσμώτες, όσο τον ταλανίζει το πρόβλημα που θα έχει στα μάτια του, πριν αυτά εξοικειωθούν (κι ο χρόνος αυτής της εξοικείωσης δε θα είναι και τόσο λίγος), δε θα προξενούσε λοιπόν τα γέλια και δε θα ΄λεγαν γι’ αυτόν ότι, με το ν’ ανέβει εκεί πάνω να ‘τον που γύρισε με χαλασμένα τα μάτια, κι ότι δεν αξίζει καν τον κόπο να επιχειρήσει κανείς την ανάβαση εκεί ψηλά και, αν με κάποιο τρόπο μπορούσαν να βάλουν στο χέρι τους και να σκοτώσουν όποιον θα επιχειρούσε να τους λύσει απ’ τα δεσμά τους και να τους οδηγήσει επάνω, στο φως, δε θα ήταν ικανοί να τον σκοτώσουν.

ΓΛ. Χωρίς άλλο, είπε.

ΣΩ. Λοιπόν αγαπητέ μου Γλάυκων, αυτή την αλληγορική εικόνα πρέπει να τη συσχετίσουμε μ’ αυτά που λέγαμε πρωτύτερα: το οίκημα του δεσμωτηρίου είναι αυτός ο κόσμος, που αντικρίζουμε με την όρασή μας το φως της φωτιάς που φωτίζει τη σπηλιά είναι η ενέργεια του ήλιου κι αν παραβάλουμε την ανάβαση εκεί ψηλά και τη θέση των όσων βρίσκονται εκεί με την άνοδο της ψυχής στο νοητό τόπο, θα ‘χεις εύστοχα κατανοήσει ποιες είναι οι προσδοκίες μου …Τώρα δική μας υπόθεση είναι, είπα, των ιδρυτών της πολιτείας, τους χαρισματικούς πολίτες να τους οδηγήσουμε αναγκαστικά στο μάθημα, που προηγουμένως είπαμε ότι είναι το μέγιστο, και ν’ αντικρίσουν το αγαθόν και να επιχειρήσουν εκείνη την ανάβαση, κι όταν τέλος ανεβούν, να μην τους επιτρέπεται αυτό που τους επιτρέπεται τώρα.

ΓΛ. Τι ακριβώς;

ΣΩ. Το να μένουν συνεχώς εκεί πάνω και να μη θέλουν να κατέβουν και να γυρίσουν σ ‘ εκείνο το σπήλαιο των δεσμωτών και να μοιράζονται μ’ εκείνους τους μόχθους και τις τιμητικές διακρίσεις τους, είτε αυτές είναι κατώτερες είτε σημαντικότερες.

ΓΛ. Αν καταλαβαίνω καλά, είπε, θα τους αδικήσουμε και θα τους υποχρεώσουμε να ζουν χειρότερα, την ώρα που οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ζουν καλύτερα.

ΣΩ. Φίλε μου, ξέχασες και πάλι ότι ο νόμος δε νοιάζεται γι’ αυτό, πώς μια κατηγορία πολιτών θα απολαμβάνει εξαιρετική ευτυχία, αλλά κινεί τους μηχανισμούς ώστε το αγαθό αυτό να τα’ απολαύσει όλη η πόλη, οδηγώντας τους πολίτες με πειθώ και με εξαναγκασμό σε σύμπνοια υποχρεώνοντάς τους να μεταδίδουν ο ένας στον άλλο την ωφέλεια που ο καθένας τους θα είναι σε θέση να προσφέρει στα κοινά. Κι ο ίδιος νόμος επιδιώκει ν’ αναδείξει τέτοιους άνδρες στην πόλη, όχι για να τους δώσει το ελεύθερο να στραφεί ο καθένας τους όπου θέλει, αλλά για να τους αξιοποιήσει στο έπακρο για να δεθεί η πόλη με δεσμούς φιλίας.


video:Η Πλατωνική Αλληγορία της Σπηλιάς


2. The Matrix

Ας αρχίσουμε με μια σύντομη περιγραφή για να το φέρουμε όλοι στη μνήμη μας. Το “Matrix” λοιπόν, πρόκειται μιλάει για μια μακρινή εποχή όπου ο κόσμος που ζουν οι άνθρωποι είναι ένα μεγάλο ψέμα που συντηρούν για δεκαετιές τα κατασκευάσματα του ίδιου του ανθρώπου, τα “ρομπότ”. Βάζω τον όρο σε εισαγωγικά γιατί τελικά θα δούμε πως δεν πρόκειται για όντα διαφορετικά από εμάς. Αυτοί, παράγουν μια ψεύτικη πραγματικότητα με την οποία όλοι είναι βολεμένοι και κανείς δεν τολμά να αμφισβητήσει. Ή τουλάχιστον σχεδόν κανένας, αν εξαιρέσουμε τον Μορφέα και την παρέα του. Έτσι αυτοί που έχουν πραγματικά δει την αλήθεια, προσπαθούν να την μεταδώσουν και σε όλη την ανθρωπότητα ώστε να ξυπνήσει από το λήθαργο και να αντιμετωπίσει κατάματα τον εχθρό. Βέβαια η αποστολή τους δεν είναι διόλου εύκολη, καθώς τα “ρομπότ” (θα αναφέρεται από εδώ και στο εξής σαν “ΑΥΤΟΙ“) κάνουν τα πάντα για να πολεμήσουν τους φωτισμένους και να κρατήσουν τους ανθρώπους δούλους. Και βέβαια, τονίζεται ιδιαίτερα το γεγονός ότι όλα γίνονται μέσα στο μυαλό, και ο κόσμος Τους δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σύστημα εξομοίωσης που παραπλανά τον εγκέφαλο.

Έχοντας υπ”όψην τα παραπάνω, εύκολα κανείς θα κάνει και την σχετική μεταφορά στην σημερινή ζωή. Μπορεί να ακουστεί λίγο ακραίο, μπορεί να μη συμβαίνει έτσι ακριβώς αλλά υπάρχει σοβαρή πιθανότητα το σενάριο του Matrix να έχει κάποια βάση. Καταρχήν αυτή η μακρινή εποχή δεν είναι και τόσο μακρινή όσο θα θέλαμε να είναι. Tα “ρομπότ” είναι κάποιοι άνθρωποι που έχουν πιάσει κάποιες υψηλές θέσεις και από αυτές κινούν τα νήματα της σημερινής κοινωνίας. Έχουν πλάσει ένα ψεύτικο κόσμο που όμως όλοι μας τον έχουμε αποδεχτεί σαν τον αληθινό και μόνο υπαρκτό. Ο κόσμος αυτός διέπεται από δικούς Τους κανόνες και νόμους που ουσιαστικά μας τους έχουν επιβάλει χωρίς να το ξέρουμε. Έτσι, έχουν καταφέρει να φέρουν τον κόσμο στα μέτρα τους και όλα να κινούνται γύρω από τις δικές τους επιθυμίες και αποφάσεις. Καθετι που γίνεται γνωστό από τη μια μέρα στην άλλη (καλλιτέχνες, μόδα, φαγητό, γλώσσα) είναι δικό Τους κατασκεύασμα, που αποφάσισαν να μας το πλασάρουν προς ικανοποίηση δικών τους συμφερόντων, χωρίς να μας ρωτήσουν. Το κακό στην υπόθεση είναι ότι όλοι μας αποδεχόμαστε κάθε Τους κίνηση αβίαστα. Αυτό βοηθιέται από την νέκρωση της σκέψης και της κριτικής ικανότητας, από τα πολλά δικά Τους μέσα (π.χ. ΜΜΕ, Πολιτική, Τηλεόραση).


Σ’αυτό το σημείο έρχονται να προστεθούν οι άνθρωποι που κατάφεραν να δουν την πραγματική αλήθεια, αυτή που κρύβεται πίσω από την επιφάνεια και χαρίζει την ευτυχία σε όσους την αποκτήσουν. Όμως παράλληλα με την ευτυχία τους δίνεται και ένα βαρύ έργο, αυτό της υποχρέωσης διάδοσης της αλήθειας και στους υπόλοιπους. Αυτό όπως και στην ταινία είναι κάτι πολύ δύσκολο. Γιατί εκτός από το κυνήγι των “εξωγήινων”, οι άνθρωποι είναι τόσο εξαρτημένοι από το Σύστημα που αν τους αποκαλυφθεί η αλήθεια μπορεί και να τρελαθούν. Θυμηθείται πως αντέδρασε ο Neo όταν αντίκρισε την αλήθεια και την απολογία του Μορφέα, λέγοντας ότι δεν απελευθερώνουν ανθρώπους που έχουν φτάσει σε κάποιο όριο ηλικίας γιατί εκεί η εξάρτηση είναι μεγάλη.


Τώρα μπορούμε να κάνουμε ένα άλλο παραλληλισμό. Ο τύπος που θέλει να γυρίσει πίσω στο Σύστημα του Matrix, είναι ο κλασσικός τύπος που εθελοτυφλεί και προτιμά να ζει στο ψέμμα επειδή εκεί μπορεί να ζήσει μια πιο άνετη ζωή, χωρίς κυνδίνους και υποχρεώσεις. Έτσι αποφασίζει να συνεργαστεί με τους “Πράκτορες” και να προδόσει τους μέχρι πριν συντρόφους του για να γυρίσει στην όμορφιά της ψεύτικης ζωής και παράλληλα να διαγραφτούν όλα από τη μνήμη του ώστε να μην έχει τύψεις ούτε να ξέρει πως ότι βλέπει, είναι κατασκεύασμα. Τα άτομα αυτά υπάρχουν και σήμερα. Έχουν ακούσει για την αλήθεια όμως την απορρίπτουν επειδή είναι πολύ καλά βολεμένοι και δεν θυσιάζουν αυτή τους την καλοπέραση για κάποιο σκοπό αφύπνισης που εμπεριέχει πολλές παγίδες.


Το Matrix και ο Πλάτωνας κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Είναι άραγε αοριστολογίες, παραμυθάκια και απλά μια ταινία ή έχουν βάσεις σε κάτι που και οι ίδιοι μας φοβόμαστε να εξετάσουμε; Είναι εσφαλμένος συναγερμός ή τελευταία προειδοποίηση για τον πλήρη έλεγχο; Η απόφαση δική σας…


Γιαννης Αερας