Ο Βίκτορ Μαντσίνι, αποτυχημένος γιατρός και εθισμένος στο σεξ, προσποιείται ότι πνίγεται από το φαγητό σε ακριβά εστιατόρια και ύστερα ζητά χρήματα από τους ανθρώπους που τον σώζουν. Σκοπός του να βοηθάει τη μητέρα του, μια ακτιβίστρια, απομεινάρι των άγριων ημερών της δεκαετίας του εξήντα που τώρα νοσηλεύεται σε ένα ιδιωτικό θεραπευτήριο έχοντας χάσει τη μνήμη της. Παράλληλα, αυτός και ο φίλος του, ο Ντένι, δουλεύουν ως υπάλληλοι-εκθέματα σε ένα ζωντανό μουσείο που απεικονίζει την καθημερινή ζωή στην αποικιακή Αμερική...
Ο Chuck Palahniuk χαρτογραφήθηκε ως βιρτουόζος των λογοτεχνικών υπογείων, έπειτα από την επιτυχημένη κινηματογραφική μεταφορά του «Fight Club», του πιο γνωστού μυθιστορήματός του. Με τον Πνιγμό, που ακολούθησε μερικά χρόνια αργότερα, μας έδωσε το κροσέ που μας έβγαλε νοκ άουτ.
Ο Chuck Palahniuk χαρτογραφήθηκε ως βιρτουόζος των λογοτεχνικών υπογείων, έπειτα από την επιτυχημένη κινηματογραφική μεταφορά του «Fight Club», του πιο γνωστού μυθιστορήματός του. Με τον Πνιγμό, που ακολούθησε μερικά χρόνια αργότερα, μας έδωσε το κροσέ που μας έβγαλε νοκ άουτ.
«Ο Πνιγμός είναι το Fight Club για τους σεξουαλικά εθισμένους», αναγράφεται στο εξώφυλλο της αγγλικής έκδοσης και, όπως είναι φυσικό, το ακραίο θέμα του βιβλίου έρχεται να κουμπώσει με την αιρετική γραφή που βγάζει τους καθωσπρεπιστές έξω απ' τα ρούχα τους. Μια παρεκτροπή που θα χαροποιούσε τον συγγραφέα, αφού εκφράζει πλήρως το πνεύμα του βιβλίου.
Αν ο Chuck Palahniuk ήταν Ελληνας και όχι παγκόσμιας φήμης cult συγγραφέας, το πιθανότερο είναι πως θα δυσκολευόταν να βρει εκδότη. Η διαστροφή (νοηματική και λεκτική), συνεπικουρούμενη από το όχημα-μοτίβο του αυτοτραυματισμού (σωματική βία στο Fight club, πνιγμός εδώ), μας ταξιδεύει χίλια μίλα μακριά απ' τα τετριμμένα.
Ο Βίκτορ Μανσίνι -ο ήρωας της ιστορίας- γνώρισε τον κολλητό του -εθισμένο στον αυνανισμό-, όπως άλλωστε και αρκετές εφήμερες ερωμένες στις συναντήσεις των σεξουαλικών εθισμένων ανωνύμων. Επισκέπτεται στο νοσοκομείο τη μητέρα του -η οποία δεν έχει σώας τας φρένας- και υποδύεται διάφορους ρόλους προσπαθώντας να επικοινωνήσει μαζί της. Ισως θα προτιμούσε να ήταν νεκρή. Εξάλλου, οι αναμνήσεις του από τη μητέρα δεν είναι και οι καλύτερες. Μια φυγάς που τον διεκδικούσε και τον μυούσε στις παρανοϊκές κοσμοθεωρίες της.
Ο Βίκτορ Μανσίνι βγάζει τα προς το ζην ως πολίτης-έκθεμα σε μια πόλη-μουσείο, αγκυλωμένη στο 1772. Προσπαθεί να μείνει πιστός στον ιστορικό του ρόλο και να μην απολυθεί. Κι όλα αυτά ενώ η λίμπιντο διαφεντεύει τους λογισμούς του, ενώ οι σωτήρες του πολλαπλασιάζονται, μαζί με τις παραστάσεις που δίνει στα εστιατόρια της πόλης με θέμα τον πνιγμό. Πνίγεται ο Μανσίνι, πνίγεται και ο Palahniuk και με τη φαντασία του προσπαθεί να αποδράσει.
Η γραφή του είναι λιτή με μικρές προτάσεις και πρόστυχες φράσεις που σε κάνουν να ξεροβήχεις γελώντας. Χτυπά άμεσα, χωρίς περιστροφές, κατευθείαν στον στόχο του και με συνεχείς γλωσσικές επαναλήψεις αναδεικνύει το βαθύτερο νόημα του έργου: «Οι άνθρωποι εδώ και πάρα πολλά χρόνια δουλεύουν για να κάνουν τον κόσμο πιο ασφαλή κι οργανωμένο. Κανείς δεν είχε φανταστεί πόσο βαρετός θα γινόταν».
Γι' αυτό λοιπόν και ο εθισμός, η εμμονή με την ηδονή, μακριά από τη μίζερη, άγευστη καθημερινότητα, αλλά και ο πνιγμός, ο οποίος γεννά στιγμές με ηλεκτρισμένα συναισθήματα, ήρωες, έρωτες και τσεκ επιταγών.
Χαρακτηριστικό των αιρετικών προθέσεων του συγγραφέα είναι το γεγονός ότι αφιερώνει το πρώτο κεφάλαιο του Πνιγμού, καταθέτοντας προβοκατόρικα επιχειρήματα στην προσπάθειά του να πείσει -δήθεν- τον αναγνώστη ότι δεν αξίζει τον κόπο να διαβάσει το ποταπό του βιβλίο. Το εύρημα, στην ουσία, προκαλεί όπως το απαγορευμένο μήλο του παραδείσου.
Πέρα, όμως, από την πλοκή και τα νοήματα, η αφήγηση στην πορεία σταματά να ξαφνιάζει και φαντάζει μονότονη, ενώ οι σκηνικές επαναλήψεις ώρες ώρες κουράζουν. Βέβαια, ο συγγραφέας καταφέρνει πάντα την ύστατη στιγμή να προκαλεί ευφάνταστες αναταράξεις με ριπές μαύρου χιούμορ και σκοτεινές ανατροπές, που μας συντροφεύουν μέχρι την τελευταία σελίδα.
Βαγγέλης Μπέκας
Πρώτη δημοσίευση εδώ.